Nextdeal newsroom, 3/6/2015 - 10:14 facebook twitter linkedin Εκτροπές, ανατροπές ακόμα και με ζώνες ασφαλείας, ψυχική οδύνη, συνυπαιτιότητες και νικημένοι εναγόμενοι... Nextdeal newsroom, 3/6/2015 facebook twitter linkedin Εκτροπή – Ανατροπή ΙΧΕ Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού ΙΧΕ ο οποίος εξαιτίας υπερβολικής ταχύτητας απώλεσε τον έλεγχο του οχήματός του, με αποτέλεσμα την εκτροπή και ανατροπή αυτού (παράβαση άρθρ. 12 παρ. 1, 19 παρ. 2, 3 Ν. 2696/1999-ΚΟΚ). Ζώνη Ασφαλείας επιβάτη σε πίσω κάθισμα Απορριπτέα η σχετική ένσταση συνυπαιτιότητας εξ ΑΚ 300, καθότι κατά την κρίση του δικαστηρίου, το όχημα υπέστη ιδιαίτερα εκτεταμένες ζημίες στην πίσω δεξιά πλευρά του, όπου καθόταν ο θανών, εξαιτίας της ανατροπής του.. Απ’ τις ζημίες δε του αυτοκινήτου σε συνδυασμό με τον τραυματισμό του θανόντος στην κεφαλή και την κοιλιακή χώρα εκτιμάται ότι ο θανών θα είχε υποστεί τα ίδια θανατηφόρα πλήγματα ακόμα και αν φορούσε ζώνη ασφαλείας, καθώς τα τραύματα του επήλθαν συνεπεία της πρόσκρουσης του αυτοκινήτου στο έδαφος με την δεξιά πίσω πλευρά του και της ολοσχερούς σχεδόν σύνθλιψης του εν λόγω τμήματος και όχι συνεπεία της εκτίναξης του απ’ αυτό. Ψυχική Οδύνη 370.000 ευρώ (1) Για τον προσδιορισμό του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης συνεκτιμάται από το δικαστήριο και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του θύματος. Συνεπώς δεν επιτρέπεται μετά τον τελικό καθορισμό του ποσού αυτής, περαιτέρω μείωση του κατά το ποσοστό συνυπαιτιότητας του θύματος, στην επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος ή της γένεσης και έκτασης της ζημίας. Εν προκειμένω επιδικάσθηκε ποσό 370.000 ευρώ επιμεριζόμενο: Ανά 100.000 ευρώ σε καθέναν από τους γονείς Ανά 75.000 ευρώ σε καθένα από τα δύο αδέλφια Ανά 10.000 ευρώ σε παππού και γιαγιά. Απόφ.Μον.Πρ.Καρδ.121/2011Πρόεδρος: Μαριάννα ΜπέηΔικηγόροι: Εμμανουήλ Τσίπρας - Δημήτριος Κρίτσανος - Σπύρος Λάππας Σχόλια – Παρατηρήσεις 1) Ψυχική Οδύνη Δεν λαμβάνεται υπόψη η συνυπαιτιότητα του οδηγού για τον προσδιορισμό του ύψους της ψυχικής οδύνης - Αναιρείται Εφετειακή απόφαση κατ΄άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ που έλαβε υπόψη της το βαθμό του συντρέχοντος πταίσματος του οδηγού του οχήματος(70%), για τον προσδιορισμό του ύψους της ψυχικής οδύνης που επιδικάσθηκε στους συγγενείς του θανατωθέντος επιβάτου, χωρίς να γίνει δεκτό ότι συνέτρεχαν (για τον θανατωθέντα επιβαίνοντα) οι προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρ. 300 ΑΚ. ΑΠ 159/2006 ΣΕΣυγκΔ 2006/350. Κείμενο Απόφ. Μον.Πρ.Καρδ.121/2011 Κατά τη σαφή έννοια της διάταξης του άρ. 932 ΑΚ που απορ¬ρέει από το σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενά συνδεόμενοι με τον θανατωθέντα συγγενείς, αδιάφορα αν συζούσαν μ’ αυτόν ή διέμεναν χωριστά (Στ. Πατεράκης, Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, σελ. 306, ΟλΑΠ 762/1992 ΠΧ MB, 6651, ΑΠ 185/1998, ΕλλΔνη 39, 837/8, ΕφΑθ 4421/2001 ΧρΙΔ Α΄, 885), όπως είναι οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, οι θετοί γονείς και τέκνα, ο ή η σύζυγος, οι ανιόντες (παππούς, γιαγιά), οι απώτεροι κατιόντες (εγγόνια), οι αγχιστείς πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, νύφη, γαμβρός) (Στ. Πατεράκης, ό.π., ΕφΑθ 727/2001 ΕλλΔνη 42, 1358, ΕφΘεσ 2834/2001 Αρμ. 56. 372, ΕφΘεσ 244/ 2000 Αρμ. 55. 652, ΕφΘεσ 1715/1999 Αρμ 54.1209, ΕφΘεσ 832/1999 Αρμ. 55.1039/60, ΕφΑθ 6321/1998 ΕλΔνη 41. 144). Το πόρισμα τούτο ενισχύεται και από τις διατάξεις των άρθρων 57 εδ. β και 59 ΑΚ, οι οποίες προσεγγίζουν εγγύτερα το ζήτημα και καθορίζουν περιοριστικώς τα πρόσωπα, που δικαιούνται να ζητήσουν την προστασία της προσω¬πικότητας του αποθανόντος προσώπου και την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης (ΟλΑΠ 21/2000, ΕλλΔνη 42.55, ΑΠ 723/2002 ΕλλΔνη 44.708, ΑΠ 758/2000 ΕλλΔνη 2001.76, ΑΠ 520/1994 ΕλλΔνη 37.64, ΕφΑθ 421/2000 ΕλλΔνη 41.798, ΕφΘεσ 244/2000 Αρμ. 55.652, ΕφΠειρ. 1070/2000 ΠειρΝ 2001, 45, ΕφΘεσ 1715/1999 Αρμ. 2000. 1209, ΕφΠειρ. 52/1999 ΠειρΝ 1999, 176, ΕφΑθ 8981/ 1998 ΕλλΔνη 42, 750, ΕφΑθ 1707/1997 ΕλλΔνη 38.867). Περαιτέρω ο προσδιο¬ρισμός του καταβλητέου σε κάθε πρόσωπο της οικογένειας ποσού, λόγω της ψυχικής του οδύνης, μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση και απόκειται στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου (ΑΠ 451/2001 ΝοΒ 50.521, ΑΠ 745/2000, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 749/2000, ΕλλΔνη 2001 76, ΑΠ 758/2000, ΕλλΔνη 42. 76), με βάση τα υποβαλλόμενα στην κρίση του περιστατικά, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (βλ ΑΠ 435/2004, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1433/2000 ΕλλΔνη 2001.673, ΑΠ 1114/2000 ΕλλΔνη 41.1591). Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης είναι, μεταξύ άλλων, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη και το συντρέχον πταίσμα του παθόντος, με βάση το οποίο το δικαστήριο, ύστερα από σχετική ένσταση του υπόχρεου, μπορεί ανάλογα με τη βαρύτητα που αποδίδει σ’ αυτό, να επιδικάσει ή μη χρηματική ικανοποίηση ή να μειώσει το ποσό αυτής (ΑΠ 350/1999 ΕλλΔνη 40.1515), ενώ η επιδίκαση της από άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπομένης χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης κατ’ εκτίμηση του δικαστή, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (βλ ΟλΑΠ 21/2000, ό.π.). ……Από τις διατάξεις δε των άρθρων 297,298, 300, 330 και 914 ΑΚ συνάγεται, ότι προϋπόθεση της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία, όπως είναι και η από αμέλεια του οδηγού του αυτοκινήτου πρόκληση τροχαίου ατυχήματος συνεπεία του οποίου επήλθε ο θάνατος επιβαίνοντος στο οδηγούμενο από τον υπαίτιο αυτοκίνητο, είναι α) η υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, όταν δηλαδή δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται β) η πρόκληση ζημίας και γ) η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς και του επελθόντος ζημιογόνου αποτελέσματος, ο οποίος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του υπόχρεου, ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ικανή να προκαλέσει αντικειμενικά και κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, πράγματι δε προκάλεσε στη συγκεκριμένη περίπτωση, το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Η παράνομη πράξη ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη του υπόχρεου, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση, εκείνος που παραλείπει ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, ή από την καλή πίστη, κατά την κρα¬τούσα κοινωνική αντίληψη. Μόνη όμως η παράβαση διατάξεων του ΚΟΚ, όπως είναι και εκείνη του άρθρου 12 παρ. 5 ν. 2696/99, κατά την οποία οι επιβαίνοντες στο όχημα υποχρεούνται να κάνουν χρήση της ζώνης ασφαλείας, δεν θεμελιώνει υπαιτιότητα ή συνυπαιτιότητα του, αλλά απαιτείται όπως διαπιστωθεί περαιτέρω, ότι η παράλειψη του παθόντα να κάνει χρήση της ζώνης ασφαλείας τελεί, λαμβανομένων υπόψη των διδαγμάτων της κοινής πείρας, σε αιτιώδη συνάφεια με το επελθόν αποτέλεσμα. Περαιτέρω από το άρθρο 300 ΑΚ προκύπτει, ότι αν στη γένεση ή την επέλευση της ζημίας συντέλεσε και πταίσμα του ζημιωθέντος, ήτοι παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά, κατά τα παραπάνω, το οποίο τελεί σε αιτιώδη σχέση με το επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα ή την επέλευση ή έκταση της ζημίας, το δικαστήριο της ουσίας, μπορεί, κατά την ελεύθερη κρίση του, αφού σταθμίσει τις περιστάσεις και ιδιαίτερα το βαθμό του πταίσματος του ζημιώσαντος και του συνυπαιτίου, ή να μη επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό αυτής κατά το ποσοστό του πταίσματος του ζημιωθέντος. Ειδικότερα όμως, όταν δικαιούχος αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης από αδικοπραξία είναι κατ’ εξαίρεση τρίτος εμμέσως ζημιωθείς, όπως τα πρόσω¬πα που αναφέρονται στο άρθρο 928, 929 εδ. β΄ και 932 εδ. γ' ΑΚ, τα οποία ασκούν αξιώσεις εξ ιδίου δικαίου και όχι ως κληρονόμοι του θανόντος, η συνυπαιτιότητα του θανόντος στην επέλευση του ζημιογό¬νου αποτελέσματος ή τη γένεση ή την έκταση της ζημίας, καταλογίζεται και σ’ αυτόν, (τρίτο) με την έννοια ότι το ποσό της αποζημίωσης που επιδικάζεται σ’ αυτόν μειώνεται κατά το ποσοστό του πταίσματος του θανόντος. Όμως στην περίπτωση της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, η οποία παρέχεται, κατά το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 932 ΑΚ στα μέλη της οικογενείας του θύματος, το ποσό αυτής προσδιορίζεται, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ύστερα από την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που οι διάδι¬κοι θέτουν υπόψη του, όπως είναι ο βαθμός του πταίσματος του υπόχρεου σε συνδυασμό με το τυχόν συντρέχον πταίσμα του θύματος, το είδος της προσβολής, της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των μερών κλπ, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής και με την προϋπόθεση ότι επήλθε ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη στον ενάγοντα στη συγκεκριμένη περίπτωση από τη ζημιογόνο αδικοπραξία. Αφού λοιπόν για τον προσδιορισμό του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης συνεκτιμάται από το δικαστήριο και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του θύματος, δεν επιτρέπεται μετά τον τελικό καθορισμό του ποσού αυτής, περαιτέρω μείωση του κατά το ποσοστό συνυπαιτιότητας του θύματος στην επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος ή της γένεσης και έκτασης της ζημίας. NEWSLETTER Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 928 εδ.β΄ του ΑΚ, που παρέχει αξίωση αποζημίωσης και σε εκείνον που είχε απέναντι στο θανατωθέντα αξίωση διατροφής από το νόμο, συνάγεται, ότι η αξίωση αυτή αποτελεί γνήσια αξίωση αποζημίωσης και αποσκοπεί να φέρει το δικαιούχο της διατροφής στη θέση, που θα βρισκόταν αν δεν θανατωνό¬ταν ο υπόχρεος να τον διατρέφει. Η απορρέουσα από την ως άνω διάτα¬ξη αξίωση αποζημίωσης έχει άμεση σχέση με την αξίωση διατροφής, γιατί τόσο η γένεση του δικαιώματος αποζημίωσης όσο και το οφειλό¬μενο ποσό (μέτρο) προσδιορίζονται από τις σχετικές διατάξεις του ΑΚ για τη διατροφή (ανιόντων - κατιόντων -συζύγου), που όφειλε το θύμα σ’ εκείνον του ζητά αποζημίωση από τον υπεύθυνο για τη θανάτωση του υπόχρεου διατροφής του. Έτσι, από άποψη έκτασης, η αποζημίωση αυτή, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1389 επ., 1442 επ., 1485 επ. και 1504 ΑΚ περιλαμβάνει ό,τι και όσο χρόνο θα όφειλε να καταβάλει ο θανατωθείς στο δικαιούχο της διατροφής, για τον προσδιορισμό δε της αποζημίωσης αυτής λαμβάνεται υπόψη η πιθανή διάρκεια της ζωής του υπόχρεου και του δικαιούχου και η πιθανή εξέ¬λιξη της οικονομικής του κατάστασης, χωρίς να απαιτείται ο θανατωθείς - υπόχρεος διατροφής - να είχε αξίωση προς κτήση εισοδημάτων από τη δραστηριότητα που ασκούσε κατά το χρόνο της θανάτωσης του, αρκούσας μόνο της πραγματικής δυνατότητας αυτού κτήσης εισοδημάτων (ΑΠ 1205/2004, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στοιχεία δε της αγωγής αποζημίωσης ανιόντα για στέρηση διατροφής είναι η αδικοπραξία, η συγγενική σχέση ενάγοντα με θανατωθέντα, το κεκτημένο του δικαιώματος κατά το χρόνο θανάτου, η απορία του ενάγοντα, ο χρόνος της πιθανής ζωής του θανατωθέντα και το ποσό της διατροφής με βάση τις ανάγκες του ενάγοντα, όπως προκύπτουν απ' τις συνθήκες της ζωής του και όπως διαμορφώθηκαν κι έως το χρόνο άσκησης της αγωγής (βλ. ΕΡΝΟΜΑΚ Β. Βαθρακοκοίλη, έκδ. 2006, άρ. 928, σελ 1031, στίχ. 38)…. Συνθήκες Ατυχήματος -Υπαιτιότητα Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης και την ανωμοτί κατάθεση του δευτέρου εναγομένου, που ελήφθησαν νομότυπα στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την με αριθμό 331/ 13-5-2009 απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, της οποίας συνεδρίασης συνέχεια αποτελεί η παρούσα συζήτηση, και οι οποίες εκτιμώνται χωριστά και σε συνδυασμό προς τις λοιπές αποδεί¬ξεις, τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (395 ΚΠολΔ), συμπεριλαμβανομένων των επικαλούμενων και προσκομιζόμενων απ’ όλα τα διάδικα μέρη φωτογραφιών, των οποίων δε αμφισβητήθηκε η γνησιότητα (άρ. 444 αρ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), (ΑΠ 1793/1988 Δ/νη 1991/94), από τις ομολογίες, που συνάγονται εκατέρωθεν από τις προτάσεις των διαδίκων (άρθρο 261 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη απ' το Δικαστήριο (336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στη 1 Ιουνίου 2008, ημέρα Κυριακή και περί ώρα 23.35 ο πρώτος εναγόμενος οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. …. ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας SEAT ΙΒΙΖΑ ιδιοκτησίας του δευτέρου εναγομένου, απ’ τον οποίο είχε προστηθεί στην οδήγηση του εν λόγω οχήματος ένεκα των μεταξύ τους φιλικών σχέσεων, και ασφαλισμένο για τον κίνδυνο πρόκλησης ζημιών σε τρίτους κατά το χρονικό εκείνο διάστημα στην τρίτη εναγομένη, εκινείτο στην επαρχιακή οδό Καρδίτσας - Λάρισας μέσω Ιτέας με κατεύθυνση από Λάρισα προς Καρδίτσα, έχοντας συνεπιβάτες τον δεύτερο εναγόμενο στη θέση του συνοδηγού, τον Χ1. του _____ στο πίσω αριστερό κάθισμα και τον Χ2 του ____, υιό και αδελφό αντίστοιχα των εναγόντων της υπό στοιχ. Α αγωγής και εγγονό των εναγόντων της υπό στοιχ. Β αγωγής, στο πίσω δεξιό κάθισμα. Η ανωτέρω οδός είναι άσφαλτος, διπλής κατεύθυνσης με μια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, έχει πλάτος οδοστρώματος 8,20 μ. και έρεισμα πλάτους 2 μ. και παρουσιάζει κατωφέρεια με μικρή κλίση, το ανώτατο δε όριο ταχύτητας καθορίζεται στα 6ο χλμ ανά ώρα. Η κατάσταση της οδού εκείνη την ώρα ήταν ξηρά, η κυκλοφορία των οχημάτων αραιά, ενώ η ορατότητα δεν περιοριζόταν παρά μόνο εκ του φυσικού σκότους που επικρατούσε καθώς ήταν νύκτα και δεν υπήρχε στο σημείο εγκατάσταση φωτισμού, υπήρχε δε καλοκαιρία. Ο πρώτος εναγόμενος φθάνοντας στην 33η χ/θ και εισερχόμενος στο σημείο της οδού που παρουσίαζε μικρή κλίση με κατωφέρεια, κινούμενος με αμείωτη ταχύτητα, η οποία, όμως, παραμένει ανεξακρίβωτη, έχασε τον έλεγχο της οδήγησης του ως άνω ΙΧΕ αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα να εκτραπεί αυτό απ’ την πορεία του προς τα δεξιά, να εξέλθει του οδοστρώματος, να προσκρούσει σε ανάχωμα παρακείμενης χωμάτινης οδού και να ανατραπεί σε παρακείμενη πλαγιά, όπου τελικά ακινητοποιήθηκε, ενώ λόγω της ξέφρενης πορείας εκτινάχθηκαν απ’ το όχημα οι δύο επιβαίνοντες στα πίσω καθίσματα, ήτοι οΧ1 και ο Χ2. Συνεπεία δε του εν λόγω ατυχήματος τραυματίστηκε θανάσιμα ο Χ2, ο οποίος υπέστη κακώσεις κεφαλής και κοιλίας (βλ. την υπ' αριθμ. 507/2009 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας - νεκροτομής της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λαμίας). Αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος είναι ο πρώτος των εναγομένων, οδηγός του αυτοκινήτου, διότι δεν κατέβαλε την επιμέλεια που απαιτούσαν οι περιστάσεις και που ο ίδιος, στα πλαίσια των δυνατοτήτων ενός μέσου και συνετού οδηγού, όφειλε και μπορούσε να καταβάλει ειδικότερα, αλλά οδηγούσε χωρίς την απαιτούμενη σύνεση και ιδιαίτερη προσοχή, δεν είχε τον πλήρη έλεγχο του οχήματος του και είχε αναπτύξει ταχύτητα, η οποία υπερέβαινε κατά πολύ το νόμιμο όριο των 60 χλμ ανά ώρα, μη δυνάμενη να προσδιοριστεί ακριβώς, πλην όμως από το γεγονός ότι το αυτοκίνητο διένυσε απόσταση 60 μέτρων σε ανώμαλο έδαφος μέχρι ν’ ακινητοποιηθεί, αφού προηγουμένως ανατράπηκε, αποδεικνύεται ότι η ταχύτητα του αυτοκινήτου υπερέβαινε τα 60 χλμ την ώρα, με αποτέλεσμα να απωλέσει τον έλεγχο του οχήματος του και το τελευταίο να εκτραπεί από την πορεία του, ως προαναφέρθηκε. Ειδικότερα, η αμέλεια του ανωτέρω οδηγού συνίσταται στο ότι οδηγούσε το εν λόγω όχημα χωρίς να επιδεικνύει την απαιτούμενη κατά τις συναλλαγές (330 εδ. β ΑΚ) και τους σχετικούς κανόνες του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (άρ. 12 παρ. 1, 19 παρ. 2, 3 Ν. 2696/1999-ΚΟΚ) επιμέλεια, ήτοι δεν οδηγούσε, ως όφειλε, με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, ώστε να ελέγχει το όχημα του, ενεργώντας τους απαραίτητους χειρισμούς, για να βρίσκεται αυτό εντός του οδοστρώματος και στο δεξιό άκρο αυτού, ούτε ήταν σε θέση να ρυθμίσει την ταχύτητα του οχήματος ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες (κατωφέρεια με μικρή κλίση), με αποτέλεσμα την εκτροπή και την ανατροπή του. Ζώνη Ασφαλείας Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο Χ2, επιβαίνων στο πίσω δεξιό κάθισμα του αυτοκινήτου, δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας (βλ. σχετικά την έκθεση αυτοψίας του επίδικου τροχαίου ατυχήματος). Στον επελθόντα, όμως, θάνατο του δεν συνέτρεξε συντρέχον πταίσμα αυτού εκ του λόγου ότι αν και επέβαινε σ’ αυτό δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας, στην κρίση του δε αυτή το Δικαστήριο άγεται απ’ τη θεώρηση των επικαλούμενων και προσκομιζομένων απ’ τα διάδικα μέρη φωτογραφιών του ζημιογόνου αυτοκινήτου, απ' την οποία συνάγεται ότι το εν λόγω όχημα υπέστη ιδιαίτερα εκτεταμένες ζημίες στην πίσω δεξιά πλευρά του, όπου καθόταν ο θανών, εξαιτίας της ανατροπής του και της βίαιης πρόσκρουσης του στο έδαφος με την πλευρά του αυτή. Απ’ τις ζημίες δε του αυτοκινήτου σε συνδυασμό με τον τραυματισμό του θανόντος στην κεφαλή και την κοιλιακή χώρα εκτιμάται ότι ο θανών θα είχε υποστεί τα ίδια θανατηφόρα πλήγματα ακόμα και αν φορούσε ζώνη ασφαλείας, καθώς τα τραύματα του επήλθαν συνεπεία της πρόσκρουσης του αυτοκινήτου στο έδαφος με την δεξιά πίσω πλευρά του και της ολοσχερούς σχεδόν σύνθλιψης του εν λόγω τμήματος και όχι συνεπεία της εκτίναξης του απ’ αυτό. Στην κρίση αυτή του Δικαστηρίου συνηγορεί και το ότι ο έτερος συνεπιβαίνων στο πίσω αριστερό κάθισμα του οχήματος που επίσης δε φορούσε ζώνη ασφαλείας και εκτινάχθηκε απ' αυτό, σώθηκε, καθώς η αριστερή πλευρά του οχήματος δεν υπέστη τις ίδιες εκτεταμένες ζημίες. Επομένως, ελλείψει αιτιώδους συνάφειας της παράλειψης χρήσης ζώνης ασφαλείας και του επελθόντος αποτελέσματος (ΑΠ 619/2000, ΕλλΔνη 42, 74) πρέπει να απορριφθεί η σχετική ένσταση των εναγομένων που θεμελιούται στα άρθρα 81 αρ. 17 του ν. 2696/1999-ΚΟΚ και 300 ΑΚ ως ουσιαστικά αβάσιμη. Έξοδα Κηδείας Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο πρώτος ενάγων - πατέρας του θανόντος κατέβαλε ως έξοδα κηδείας στον οίκο τελετών του Δ.Α. το ποσό των 922 ευρώ για την κηδεία του θανόντος τέκνου του (βλ την υπ’ αριθμ. 136/12-6-2008 απόδειξη παροχής υπηρεσιών του ως άνω γραφείου) και συγκεκριμένα για δικαίωμα νεκροταφείου, για υπηρεσία ταφής, περιποίηση νεκρού, διακόσμηση ναού, στολισμό νεκρού με λουλούδια, φέρετρο, σάβανο, σεντόνι, μαξιλάρι, μεταφορά από νοσοκομείο και νεκροφόρα τελετής. Επιπλέον ο πρώτος ενάγων δαπάνησε για την αγορά μαρμάρων και την κατασκευή τάφου το ποσό των 1.500 ευρώ, το οποίο κατέβαλε στον Δ.Τ. σύμφωνα με την από 25-8-2008 απόδειξη καταβολής, που προσκομίζει με επίκληση ο πρώτος ενάγων. Οι δαπάνες δε αυτές είναι συνδεδεμένες με το πρόσωπο του θανόντος απ' τις κρατούσες αντιλήψεις και παραδόσεις ενόψει της ηλικίας του, της οικογενειακής του κατάστασης και του τόπου κατοικίας του. Περαιτέρω δεν αποδείχθηκε η καταβολή κάποιου άλλου ποσού για έξοδα της νεκρώσιμης ακολουθίας, όπως διατείνεται ο πρώτος ενάγων, για τα οποία δεν προσκομίζει σχετικές αποδείξεις. Απ’ το εν λόγω ποσό, όμως, θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 744,64 ευρώ, το οποίο κατέβαλε το ΙΚΑ, αφού ο θανών ήταν ασφαλισμένος σ’ αυτό και ως εκ τούτου κατά το ποσό αυτό η αξίωση αποζημίωσης των κληρονόμων του για τα έξοδα κηδείας που κατέβαλαν, μεταβιβάζεται κατ’ άρθρο ι8 ν. 1654/1986 στο ΙΚΑ. Ως εκ τούτου ο πρώτος ενάγων δικαιούται τη διαφορά εκ ποσού (922 + 1.500 - 744,64) 1.677,36 ευρώ για την αιτία αυτή. Ψυχική Οδύνη Επίσης αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω αποβιώσας ηλικίας 20 των κατά το χρόνο θανάτου του, άγαμος, ήταν υιός και αδελφός αντίστοιχα των εναγόντων της υπό στοιχ. Α αγωγής και εγγονός των εναγόντων της υπό στοιχ. Β αγωγής, οι οποίοι εξαιτίας του βίαιου και αδόκητου θανάτου του, ως μέλη της οικογένειας του θανόντος (γονείς, αδελφές, παππούς και γιαγιά απ’ τη μητρική γραμμή) που συνδέονταν μεταξύ τους με στενούς δεσμούς αγάπης, δοκίμασαν βαθύτατη θλίψη και πόνο. Πρέπει, επομένως, για την άμβλυνση της ψυχικής οδύνης, που καθένας υπέστη και για την ψυχική παρηγοριά και την ηθική ανακούφιση τους, να επιδικαστεί σ’ αυτούς εύλογη χρηματική ικανοποίηση εξαιτίας της θανάτωσης του στενού αυτού συγγενικού τους προσώπου| καθώς οι παραπάνω ενάγοντες δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν. Για τον καθορισμό της λαμβάνονται υπόψη ως προσδιοριστικά στοιχεία: α) οι συνθήκες του ατυχήματος, β) ο βαθμός του πταίσματος του αποκλειστικά υπαιτίου οδηγού, γ) η έλλειψη οποιουδήποτε πταίσματος του θανόντος, τόσο για την πρόκληση του ατυχήματος όσο και για την έκταση του τραυματισμού του, δ) η κατά τον χρόνο του ατυχήματος ηλικία του θανόντος (20 ετών) και η άριστη προ του ατυχήματος κατάσταση της υγείας του, ε) το είδος και ο βαθμός συγγένειας καθενός από τους ενάγοντες, αλλά και η ύπαρξη μεταξύ αυτών και του θανόντος, όσο ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, στ) η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, εκτός της τρίτης εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική (ΕφΑθ 3790/2001 ΧρΙδΔ 2001/502, ΕφΘεσ/κης 1532/1999 Αρμ. 1999/1203), ζ) η στενοχώρια, η θλίψη και η γενικότερη ψυχική δοκιμασία από την αιφνίδια απώλεια του συγγενούς τους, αδιάφορα αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά, και η) ο σκοπός της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, δηλαδή η ηθική παρηγοριά και ανακούφιση της οικογένειας του θύματος. Με βάση τα παραπάνω το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει εύλογα να επιδικαστούν στους ενάγοντες ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης, που υπέστησαν, τα ακόλουθα ποσά: α) το ποσό των 100.000,00 ευρώ σε καθέναν από τους γονείς (πρώτο και δεύτερη των εναγόντων της υπό στοιχ. Α αγωγής), αφαιρουμένου του ποσού των 44 ευρώ για τον καθένα για το οποίο επιφυλάχθηκαν να παρασταθούν ως πολιτική αγωγή στο ποινικό δικαστήριο, β) το ποσό των 75.000,00 ευρώ στην τρίτη και τέταρτη των εναγόντων (αδελφές του θανόντος της υπό στοιχ. Α αγωγής), και γ) το ποσό των 10.000,00 ευρώ σε καθέναν από τους ενάγοντες (παππού και γιαγιά της θανούσας) της υπό στοιχ. Β αγωγής. Το αίτημα της τρίτης εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας για σύμμετρο περιορισμό των απαιτήσεων των περισσοτέρων ζημιωθέντων προσώπων μέχρι του ποσού των 500.000 ευρώ, που αποτελεί το ανώτατο όριο ασφάλισης του ζημιογόνου αυτοκινήτου κατά το χρόνο του ατυχήματος, που συνιστά νόμιμη ένσταση στηριζόμενη στα άρθρα 5 παρ. 5 και 10 παρ. ι ν. 489/1976, πρέπει να απορριφθεί στην ουσία του, καθόσον το σύνολο των εναντίον της απαιτήσεων, που επιδικάζονται ως οφειλόμενες με την παρούσα απόφαση, δεν υπερβαίνουν το ορισθέν από την κρίσιμη ασφαλιστική σύμβαση και ανωτέρω σημείουμενο ποσό. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η υπό στοιχ. Α αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσία και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον έκα¬στος να καταβάλουν στους ενάγοντες με το νόμιμο τόκο απ' την επίδοση της αγωγής κι έως την ολοσχερή εξόφληση τα εξής ποσά: α) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των (1.677,36 περιουσιακή ζημία + 99.956 χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης) 101.633,36 ευρώ , β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 99.956 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, γ) στους πρώτο και δεύτερο ενάγοντες το ποσό των 75.000 ευρώ για λογαριασμό της καθεμίας απ’ τις εκπροσωπούμενες απ' αυτούς ανήλικες αδελφές του θανόντος τρίτη και τέταρτη ενάγουσα. Το αίτημα κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να γίνει δεκτό κατά ένα μέρος, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό, διότι, αν καθυστερήσει ολικά η εκτέλεση της απόφασης, μπορεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, να προκληθεί σημαντική οικονομική ζημιά στους ενάγοντες. Επιπλέον πρέπει η υπό στοιχ. Β αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον έκαστος να καταβάλουν σε καθένα απ' τους ενάγοντες αυτής με το νόμιμο τόκο απ’ την επίδοση της αγωγής κι έως την ολοσχερή εξόφληση το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Ομοίως, το αίτημα κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να γίνει δεκτό κατά ένα μέρος, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό, διότι, αν καθυστερήσει ολικά η εκτέλεση της απόφασης, μπορεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, να προκληθεί σημαντική οικονομική ζημιά στους ενάγοντες. Αντίθετα, το παρεπόμενο αίτημα και στις δύο αγωγές περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης του πρώτου και του δεύτερου εναγομένου, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης, πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν τα ουσιαστικά κριτήρια για την απαγγελία της, δηλαδή κακή πίστη των υπόχρεων ή αφερρεγγυότητά τους και αποστέρηση της περιουσίας τους AIl 343/1995 ΕΕΝ 64,280), ενόψει και της εγγυητικής ευθύνης της τρίτης εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας. Τέλος οι εναγόμενοι, εφόσον νικήθηκαν, και στις δύο αγωγές πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα των εναγόντων, κατόπιν του σχετικού αιτήματος των τελευταίων, πλην όμως θα κατανεμηθούν ανάλογα με την έκταση της ήττας τους, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης (άρθρα 176,178,191 ΚΠολΔ. Πηγή: Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου (www.esd.gr) - Ζώνη Ασφαλείας επιβάτη σε πίσω κάθισμα - Έλλειψη - Απορριπτέα η σχετική αίτηση συνυπαιτιότητας, Τεύχος 9ον, σελ.579, Δεκέμβριος 2014 Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Nextdeal newsroom, 11/10/2022 Αποζημίωση-μαμούθ άνω του 1,5 εκατ. ευρώ για τις καταστροφές επιχειρήσεων το 2008 στα επεισόδια της δολοφονίας Γρηγορόπουλου
Nextdeal newsroom, 15/9/2022 Δεν απαιτείται αναγγελία των απαιτήσεων δικαιούχων στην ασφάλιση αστικής ευθύνης αυτοκινήτων
Παυλόπουλος από Θέρμο: «Κυρώσεις στην Τουρκία για την κατοχή εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας» Στις εκδηλώσεις, που οργάνωσε ο Δήμος Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας τιμώντας την Μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, μίλησε ο τέως Πρόεδρος... Nextdeal newsroom, 25/08/2022 - 10:01 25/8/2022
Ρύθμιση Οφειλών: Ο νόμος δεν καλύπτει τον Ασφαλιστικό Σύμβουλο Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων Προϋπόθεση η Έλλειψη Εμπορικής Ιδιότητας που συνεπάγεται Πτωχευτική Ικανότητα Ο Ασφαλιστικός Σύμβουλος έχει Εμπορική Ιδιότητα και Πτωχευτική... Nextdeal newsroom, 06/07/2022 - 09:02 6/7/2022