Nextdeal newsroom, 18/6/2021 - 08:23 facebook twitter linkedin Η ανάλυση των κινδύνων και η φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων το 2020! Nextdeal newsroom, 18/6/2021 facebook twitter linkedin Το 2020 οι κίνδυνοι που ανέλαβαν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, είτε αυτοί συνδέονται αμιγώς με τις ασφαλιστικές τους εργασίες είτε συνδέονται με το επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο, δεν παρουσίασαν σημαντικές μεταβολές σε σύγκριση με το 2019, σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος. Με στοιχεία 31.12.2020, η ελληνική ασφαλιστική αγορά, παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας, παραμένει επαρκώς κεφαλαιοποιημένη, διατηρώντας κεφάλαια καλής ποιότητας. Η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (δείτε εδώ), η οποία δημοσιεύεται δύο φορές το χρόνο από τη Διεύθυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αξιολογεί τις εξελίξεις, εντοπίζει τους κύριους παράγοντες των συστημικών κινδύνων του ελληνικού τραπεζικού τομέα και των λοιπών κλάδων του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αναλύει τη λειτουργία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών (συστήματα πληρωμών, κάρτες πληρωμών, κεντρικά αποθετήρια τίτλων και κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι). Η παρούσα Έκθεση επικεντρώνεται στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στον τραπεζικό τομέα κατά τη διάρκεια του 2020. Ειδικά σε ό,τι αφορά τους κινδύνους ρευστότητας και αγοράς, καλύπτεται η περίοδος έως και τον Απρίλιο του 2021. Η πανδημία COVID-19 επηρέασε καθοριστικά την οικονομική δραστηριότητα το 2020, οδηγώντας την οικονομία σε βαθιά ύφεση και προκαλώντας κλυδωνισμούς στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ωστόσο, μια σειρά μέτρων, που εφαρμόστηκαν από τις αρχές (ελληνική κυβέρνηση, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) και καταγράφονται αναλυτικά στην παρούσα Έκθεση, περιόρισαν σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας καλείται να αντιμετωπίσει τόσο τις υπάρχουσες όσο και τις νέες προκλήσεις που σχετίζονται με την πανδημία και να διασφαλίσει την αδιάκοπη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), μαζί με το νέο κύμα αθετήσεων που αναμένεται να προκύψει από την πανδημία, παραμένει η μεγαλύτερη πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα. Οι σημαντικές πρωτοβουλίες εκ μέρους των τραπεζών και της ελληνικής κυβέρνησης με την εφαρμογή του Προγράμματος Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (Hellenic Asset Protection Scheme) αναμφισβήτητα συνέβαλαν επιτυχώς στη μείωση των ΜΕΔ. Ωστόσο, το ποσοστό τους ως προς το σύνολο των χορηγήσεων εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα πολλαπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα νέα ΜΕΔ που εν δυνάμει θα δημιουργηθούν από την πανδημία. Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να επισπεύσουν τη διαδικασία αναγνώρισης των νέων ΜΕΔ στους ισολογισμούς τους, καθώς, με τη κατάργηση των μέτρων στήριξης των δανειοληπτών, θα πρέπει να αποτυπώσουν με διαφάνεια τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα, λαμβάνοντας υπόψη τα εποπτικά μέτρα για την κεφαλαιακή ελάφρυνση. Ωστόσο, η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων, δεδομένου του υψηλού μεριδίου της αναβαλλόμενης οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης (Deferred Tax Credits), η οποία θα αυξηθεί περαιτέρω, καθώς οι τράπεζες εφαρμόζουν τις στρατηγικές μείωσης των ΜΕΔ, δημιουργεί αυξημένους κινδύνους μεσοπρόθεσμα. Η επί μακρόν συνέχιση του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων και τα υφιστάμενα μέτρα νομισματικής πολιτικής επηρέασαν ευνοϊκά τις συνθήκες ρευστότητας του τραπεζικού τομέα, συμβάλλοντας στο λειτουργικό του αποτέλεσμα για τη χρήση 2020. Ωστόσο, η οργανική κερδοφορία παρέμεινε χαμηλή, καθώς η αύξηση του μεγέθους των ισολογισμών των τραπεζών δεν αποδίδεται στην αυξημένη προσφορά πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία. Τέλος, η αυξανόμενη διασύνδεση του ελληνικού τραπεζικού τομέα με την κεντρική κυβέρνηση αποτελεί εν δυνάμει πηγή κινδύνων, καθώς η έκθεση των ελληνικών τραπεζών, μέσω τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, προγραμμάτων χορήγησης εγγυήσεων δανείων και της αναβαλλόμενης οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης, θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για μακρό χρονικό διάστημα. Καθώς η οικονομική ανάκαμψη θα εδραιώνεται σταδιακά, ο τραπεζικός τομέας θα κληθεί να διαδραματίσει ενεργά το διαμεσολαβητικό του ρόλο. Ως εκ τούτου, η επαγρύπνηση και οι πρόσθετες πρωτοβουλίες σχετικά με την επίλυση του προβλήματος των ΜΕΔ και την ενίσχυση της ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών εξακολουθούν να αναδεικνύονται ως προτεραιότητες για τον περιορισμό των κινδύνων και την ενίσχυση της παροχής πιστώσεων στην πραγματική οικονομία. Επίσης, καθίσταται σαφές ότι η απόσυρση των μέτρων στήριξης θα πρέπει να είναι σταδιακή και κρίνεται επιβεβλημένη η ενισχυμένη παρακολούθηση της διασύνδεσης του κράτους και του τραπεζικού τομέα. Όσο αφορά τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, η Έκθεση αναφέρει τα εξής: IV. ΛΟΙΠΟΙ ΤΟΜΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 1. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Οι κίνδυνοι που ανέλαβαν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις το 2020, όπως προκύπτουν από την ανάλυση της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας,33 δεν παρουσιάζουν σημαντικές μεταβολές σε σύγκριση με το 2019. Οι κίνδυνοι αυτοί είτε συνδέονται αμιγώς με τις ασφαλιστικές εργασίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων είτε είναι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται μέσω του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου. Για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν εργασίες ασφαλίσεων ζωής, οι κίνδυνοι, εκ της φύσεως των προϊόντων που διαθέτουν, είναι περισσότερο μακροχρόνιοι και επιφέρουν συνήθως μεγαλύτερο επιτοκιακό κίνδυνο και εν γένει κίνδυνο αγοράς. Στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, οι ασφαλιστικοί κίνδυνοι είναι κυρίως βραχυχρόνιοι, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται χρόνος μέχρι τον πλήρη διακανονισμό των απαιτήσεων ασφάλισης, και σε μεγάλη κλίμακα αφορούν καταστροφικούς κινδύνους, όπως σεισμού ή πυρκαγιάς. Επιπλέον, τόσο για τις εργασίες ασφαλίσεων ζωής όσο και τις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σημαντικοί θεωρούνται ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου, καθώς και ο λειτουργικός κίνδυνος, ο οποίος συνδέεται συνολικά με την, επιτυχή ή μη, επιχειρησιακή λειτουργία της ασφαλιστικής επιχείρησης. Πιο συγκεκριμένα ο κίνδυνος αγοράς, ο οποίος αφορά κυρίως τους κινδύνους μετοχών και πιστωτικών περιθωρίων, παρουσίασε μι- 33 Ο υπολογισμός της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας (Solvency Capital Requirement) απεικονίζει την επάρκεια σε κεφάλαια ώστε η ασφαλιστική επιχείρηση να έχει τη δυνατότητα να απορροφά ζημιές σε επίπεδο εμπιστοσύνης 99,5% και με ορίζοντα ενός έτους. κρή αύξηση συγκριτικά με το 2019, ενώ ο ασφαλιστικός κίνδυνος, ο οποίος αφορά κυρίως τον κίνδυνο των ασφαλίσεων κατά ζημιών, παρουσίασε μικρή μείωση. Σημειώνεται ότι η ανάλυση των κινδύνων που παρουσιάζεται στα παρακάτω διαγράμματα αφορά την καθαρή Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, ήτοι μετά την επίπτωση της αντασφάλισης,34 η οποία είναι σημαντική κυρίως για τους καταστροφικούς κινδύνους (κλάδοι πυρός-σεισμού). 1.1 ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Συγκεντρωτικά, η ανάλυση των κινδύνων για το σύνολο της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, κατά την 31.12.2020, φαίνεται στο Διάγραμμα IV.1 Η αντίστοιχη ανάλυση των κινδύνων για το σύνολο της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς ένα έτος πριν (31.12.2019) φαίνεται στο Διάγραμμα IV.2. Από τη σύγκριση των δύο ανωτέρω διαγραμμάτων παρατηρείται αύξηση μίας ποσοστιαίας μονάδας για τους κινδύνους αγοράς, ασφαλίσεων ζωής και ασθένειας, ενώ ο κίνδυνος ασφαλίσεων κατά ζημιών παρουσίασε πτώση κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. Στο Διάγραμμα IV.3 αποτυπώνεται η εξέλιξη των κινδύνων της ασφαλιστικής αγοράς την τελευταία τριετία. Την τριετία 2018-2020 παρατηρείται σταδιακή αύξηση του κινδύνου αγοράς και του κινδύνου ασφαλίσεων ζωής, ενώ μικρή μείωση υπάρχει στους κινδύνους ασφαλίσεων κατά ζημιών και αθέτησης αντισυμβαλλομένου. Ο λειτουργικός κίνδυνος και ο κίνδυνος ασθένειας παρουσιάζουν μικρότερες αποκλίσεις την εν λόγω τριετία. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, ο οποίος συνεισφέρει κατά 61,06% (από 64,19% το 2019 και 67,31% το 2018) στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους, ενώ ο αμέσως επόμενος - αλλά σημαντικά μικρότερος - κίνδυνος είναι ο κίνδυνος αγοράς, ο οποίος συνεισφέρει στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους κατά 46,24% (από 43,59% το 2019 και 37,83% το 2018). Ο επόμενος κατά σειρά σημαντικότητας κίνδυνος είναι ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου, με συνεισφορά 12,05%, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος κατά 1,91%, ενώ ο λειτουργικός κίνδυνος παραμένει αρκετά μικρός, περίπου στο 6,16% (από 6,39% το προηγούμενο έτος). Τέλος, τα οφέλη από τη διαφοροποίηση των κινδύνων συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους αφαιρετικά, καθώς μειώνουν τον κίνδυνο κατά 27,23% (Διάγραμμα IV.4). Τα ανωτέρω συμπεράσματα αφορούν το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά ζημιών, ενώ η εικόνα των κινδύνων διαφοροποιείται σημαντικά μεταξύ των επί μέρους ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά ζημιών (Διάγραμμα IV.5). Από το Διάγραμμα IV.5 φαίνεται η μεγάλη ανομοιογένεια στο προφίλ κινδύνου μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στον κίνδυνο αγοράς και στον κίνδυνο αθέτησης αντισυμβαλλομένου, όπου τα ποσοστά συνεισφοράς των συγκεκριμένων κινδύνων στο προφίλ κινδύνου τους κυμαίνονται από 11,98% μέχρι και 71,01% και από 2,78% μέχρι και 43,40%, αντίστοιχα. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής Στις δύο (2) ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά ασφαλίσεις ζωής, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, με ποσοστό περίπου 62,81%, παρουσιάζοντας μείωση περίπου τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με το προηγούμενο έτος (66,62%), ενώ ο αμέσως μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος αγοράς με 50,49% (από 43,84% κατά το προηγούμενο έτος) (Διάγραμμα IV.6). Ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου αυξήθηκε σε 3,94% από 2,21% το προηγούμενο έτος, ενώ ο λειτουργικός κίνδυνος μειώθηκε σε 6,06% από 7,66% το προηγούμενο έτος. Τέλος, ο κίνδυνος ασθενείας κινήθηκε σε αντίστοιχα επίπεδα με το προηγούμενο έτος (4,23% για το 2020 και 4,31% για το 2019). Τα οφέλη από τη διαφοροποίηση των κινδύνων κινούνται σε παρόμοιο επίπεδο με των ασφαλιστικών κατά ζημιών (27,53%). Τα ανωτέρω συμπεράσματα αφορούν το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζωής, ενώ η εικόνα των κινδύνων μεταξύ των επιμέρους ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζωής παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.7. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών (ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας), η συνεισφορά των διαφόρων κινδύνων στο προφίλ των κινδύνων τους διαφοροποιείται σημαντικά. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι αυτός της αγοράς, καθώς συνεισφέρει κατά 42,44% (από 43,29% το προηγούμενο έτος), ενώ οι ασφαλιστικοί κίνδυνοι κατά ζημιών, ζωής και ασθενείας συνεισφέρουν με ποσοστό 34,33%, 31,01% και 18,68%, αντίστοιχα, με τα αντίστοιχα ποσοστά για το προηγούμενο έτος να είναι 35,52%, 28,42% και 16,84% (Διάγραμμα IV.8). Επιπλέον, ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου κινείται σε υψηλά επίπεδα, αν και είναι μειωμένος σε σχέση με τα προηγούμενα έτη (περίπου 9,57%, από 10,16% το 2019 και 11,56% το 2018). Τα οφέλη από τη διαφοροποίηση είναι αρκετά σημαντικά (μειώνουν τον κίνδυνο κατά 43,62% περίπου), καθώς οι επιχειρήσεις αυτές έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες ανάληψης ασυσχέτιστων ή και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αρνητικά συσχετισμένων κινδύνων. Στο Διάγραμμα IV.9 διαφαίνεται η κατανομή των κινδύνων μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων μικτής δραστηριότητας. NEWSLETTER Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα. Από το Διάγραμμα IV.9 φαίνεται η μεγάλη ανομοιογένεια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που προέρχεται κυρίως από το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας διαχωρίζονται σε αυτές που αναλαμβάνουν κατά κύριο λόγο κινδύνους ασφαλίσεων ζωής, καθώς δεν μπορούν να ασκήσουν ασφαλίσεις κατά ζημιών πέραν από αυτές που περιλαμβάνουν κινδύνους ασθενείας, και σε αυτές που αναλαμβάνουν κατά κύριο λόγο κινδύνους ασφαλίσεων κατά ζημιών. Ομοίως, η μεγάλη ανομοιογένεια που εμφανίζει ο κίνδυνος ασφαλίσεων ζωής οφείλεται στο μικρό αριθμό ασφαλιστικών επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν σημαντικό ασφαλιστικό κίνδυνο ζωής, αν και ο εν λόγω κίνδυνος παρουσιάζει αύξηση από το προηγούμενο έτος (31,01% για το 2020, έναντι 28,42% για το 2019 και 25,61% το 2018). Στο Διάγραμμα IV.10 φαίνονται συγκριτικά οι κίνδυνοι ανά είδος ασφαλιστικής επιχείρησης. Ο κίνδυνος αγοράς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων Αναφορικά με τον κίνδυνο αγοράς, ο οποίος αποτελεί το 44,17% του συνολικού κινδύνου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αυτό που φαίνεται είναι ότι υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (Διάγραμμα IV.11). Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών παρουσιάζουν μεγάλη έκθεση στον κίνδυνο Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Ιούνιος 2021 52 συγκέντρωσης (35,76% του συνολικού κινδύνου τους, από 37,59% για το προηγούμενο έτος) και στους κινδύνους πιστωτικών περιθωρίων (35,13%), μετοχών (31,80%) και ακινήτων (24.61%). Η κατανομή των κινδύνων της αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.12. Αντίστοιχα, ο μεγαλύτερος κίνδυνος των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζωής είναι ο κίνδυνος πιστωτικών περιθωρίων (43,18%), ο οποίος παρουσίασε σημαντική αύξηση σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (25,47%), καθώς και ο κίνδυνος μετοχών και ο συναλλαγματικός κίνδυνος, οι οποίοι ανέρχονται αντίστοιχα στο 42,32% (από 57,42% το προηγούμενο έτος) και στο 31,08% (από 21,86% το προηγούμενο έτος). Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κίνδυνος επιτοκίου μειώθηκε αισθητά σε 3,52%, από 14,30% το 2019 και 15,10% το 2018. Ο κίνδυνος ακινήτων είναι σχεδόν μηδενικός, ενώ ο κίνδυνος συγκέντρωσης επανήλθε στα επίπεδα του 2018 (26,51% για το 2020, 19,59% για το 2019 και 24,60% το 2018). Η κατανομή των κινδύνων αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.13. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας παρουσιάζουν μεγάλη ανομοιομορφία ως προς την έκθεσή τους στους κινδύνους της αγοράς. Σε κάθε κατηγορία κινδύνου της αγοράς υπάρχουν ασφαλιστικές επιχειρήσεις με σχεδόν μηδενική έκθεση, όπως και ασφαλιστικές επιχειρήσεις με αρκετά μεγάλη έκθεση. Στις επιχειρήσεις αυτές, ο μεγαλύτερος εκ των κινδύνων αγοράς είναι ο κίνδυνος πιστωτικών περιθωρίων, με ποσοστό 43,49%, και ακολουθεί ο κίνδυνος μετοχών με ποσοστό 35,43%, έναντι 41,78% και 36,73% αντίστοιχα για το 2019. Η κατανομή των κινδύνων της αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.14. 1.2 Η ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας στο σύνολο της οικονομίας, η ελληνική ασφαλιστική αγορά εμφανίζει επάρκεια κεφαλαίων καλής ποιότητας. Η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (Solvency Capital Requirement) για το σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς στις 31.12.2020 διαμορφώθηκε σε 1,931 δισεκ. ευρώ (από 1,899 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος), με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,591 δισεκ. ευρώ (από 3,403 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος). Επιπροσθέτως, η συνολική Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) διαμορφώθηκε σε 698,82 εκατ. ευρώ (από 691,46 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος), με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,430 δισεκ. ευρώ (από 3,257 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος) και να αφορούν εξολοκλήρου κεφάλαια Κατηγορίας 1. Στο Διάγραμμα IV.15 παρατίθεται η σύγκριση του ποσοστού κάλυψης του SCR κατά το έτος 2020 με το αντίστοιχο του έτους 2019. Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται πάνω από την κόκκινη ευθεία εμφανίζουν βελτίωση του ποσοστού κάλυψης του SCR κατά το 2020 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι επιχειρήσεις που βρίσκονται κάτω εμφανίζουν χειροτέρευση, ωστόσο όλες παραμένουν φερέγγυες. Στο Διάγραμμα IV.16 παρατίθεται το ποσοστό κάλυψης του MCR σε σχέση με το ποσοστό κάλυψης του SCR, ανά ασφαλιστική επιχείρηση: 2. ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗΣ ΜΙΣΘΩΣΗΣ - ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΠΡΑΚΤΟΡΕΥΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ - ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το ενεργητικό των εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing) παρουσίασε μικρή μείωση και διαμορφώθηκε στα 4,05 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2020, έναντι 4,08 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019 (βλ. Διάγραμμα IV.17). Αντίστοιχα, το ενεργητικό των εταιριών πρακτόρευσης επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) ανήλθε στις 31.12.2020 στα 1,94 δισεκ. ευρώ, μειωμένο κατά 3,9% σε σχέση με τις 31.12.2019 (2,01 δισεκ. ευρώ). Παράλληλα, το ενεργητικό των εταιριών παροχής πιστώσεων συνέχισε την πτωτική πορεία που ακολουθεί κατά τα τελευταία έτη και ανήλθε στο τέλος του 2020 στα 132,5 εκατ. ευρώ, έναντι 166 εκατ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου του 2019. Αναφορικά με τη διασύνδεση των λοιπών επιχειρήσεων με τα πιστωτικά ιδρύματα, διαπιστώνεται ότι οι υποχρεώσεις τους προς τα πιστωτικά ιδρύματα μειώθηκαν εντός του 2020 και ανήλθαν στο 14,7% του παθητικού τους, έναντι 15,3% στο τέλος της προηγούμενης χρήσης. Ταυτόχρονα, οι απαιτήσεις των λοιπών επιχειρήσεων κατά πιστωτικών ιδρυμάτων αυξήθηκαν ελαφρώς (από 199 χιλ. ευρώ σε 215 χιλ. ευρώ μεταξύ δ΄ τρ. 2019 και δ΄ τρ. 2020) και κυμάνθηκαν στα επίπεδα του 3,5% του ενεργητικού τους το Δεκέμβριο του 2020, έναντι 3,2% το Δεκέμβριο του 2019. Όσον αφορά τα αποτελέσματα χρήσεως, το 2020 οι εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης κατέγραψαν ζημίες της τάξης των 5 εκατ. ευρώ, μειωμένες ωστόσο αισθητά σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο της προηγούμενης χρήσης (2019: 106,8 εκατ. ευρώ) (βλ. Διάγραμμα IV.18). Παράλληλα, κέρδη συνέχισαν να παρουσιάζουν οι εταιρίες πρακτόρευσης επιχειρηματικών απαιτήσεων. Τα κέρδη αυτά κυμάνθηκαν στο επίπεδο των 45,5 εκατ. ευρώ στο τέλος του έτους (έναντι 54,7 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2019). Αντίστοιχα, κέρδη της τάξης των 1,8 εκατ. ευρώ κατέγραψαν στις 31.12.2020 οι εταιρίες παροχής πιστώσεων, ανακάμπτοντας από τις ζημίες 6,6 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη χρονική περίοδο της προηγούμενης χρήσης. Τέλος, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (εντός και εκτός ισολογισμού), συγκεντρωτικά για τους τρεις κλάδους εταιριών (leasing, factoring και παροχής πιστώσεων), διαμορφώθηκαν στα 2,15 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2020, μειωμένα κατά 9,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (2,39 δισεκ. ευρώ). Αντίστοιχα, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων (NPE ratio) μειώθηκε σε 29,8% στις 31.12.2020, έναντι 32,4% το προηγούμενο έτος (βλ. Διάγραμμα IV.19). 33 Ο υπολογισμός της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας (Solvency Capital Requirement) απεικονίζει την επάρκεια σε κεφάλαια ώστε η ασφαλιστική επιχείρηση να έχει τη δυνατότητα να απορροφά ζημιές σε επίπεδο εμπιστοσύνης 99,5% και με ορίζοντα ενός έτους. 34 Αντασφάλιση είναι μία τεχνική μείωσης του κινδύνου της ασφαλιστικής επιχείρησης, βάσει σύμβασης, κατά την οποία μεταφέρεται τμήμα του κινδύνου ή και του χαρτοφυλακίου σε τρίτα μέρη. Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Nextdeal newsroom, 23/11/2018 Επάρκεια κεφαλαίων καλής ποιότητας εμφανίζει η ελληνική ασφαλιστική αγορά
ΤτΕ: Ευοίωνες προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα Ευοίωνες εμφανίζονται οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη χώρα, σύμφωνα με την Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, που... Nextdeal newsroom, 18/01/2018 - 16:20 18/1/2018
ΤτΕ: Ανάλυση των κινδύνων της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς Στους ποσοτικοποιήσιμους κινδύνους που οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν αναλάβει, όπως αυτοί αποτυπώνονται και επιμετρούνται με την τυποποιημένη μέθοδο για τον... Nextdeal newsroom, 11/07/2017 - 12:34 11/7/2017