Nextdeal newsroom, 23/3/2012 - 16:01 facebook twitter linkedin Σπονδή στο Αθάνατο ’21 Γρ. Φιλ. Κωσταρά Nextdeal newsroom, 23/3/2012 facebook twitter linkedin Το ακόλουθο κείμενο είναι ο Πρόλογος του κ. Γρηγορίου Φιλ. Κωσταρά (στη φωτογραφία), Ομοτίμου Καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο βιβλίο του κ. Ευάγγελου Γ. Σπύρου με τίτλο «Ασφαλιστές, Έμποροι και Ιστορία Ελληνικού Έθνους». Ι. Σπονδή στο αθάνατο Εικοσιένα «Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού/μεσουρανίς να λάμπη και μου γελούσαν τα βουνά/Ελευθεριάς ελπίδα και φώναζα: Ω, Θεϊκιά, /κι όλη αίματα Πατρίδα!».Δ. Σολωμός Μόνον ένας ποιητής, όχι ο ιστορικός, αλλά ένας μεγάλος και γνήσιος ποιητής όπως ο Δ. Σολωμός θα μπορούσε να συλλάβει το νόημα και να ερμηνεύσει το πνεύμα του πιο μεγάλου γεγονότος της Νεοελληνικής μας Ιστορίας: της Επαναστάσεως της 25ης Μαρτίου 1821. Διότι μόνον ένας οξύς ποιητικός νους είναι ικανός να ανακεφαλαιώσει σε επτά στίχους όσα λαμπρά εποίησαν επτάχρονοι σκληροί αγώνες, αιματηροί, αγώνες αδυσώπητοι, για να πτερυγίσει και πάλι στον πανάρχαιο ευλογημένο τόπο της η γλαυκή Ελευθερία. Στο Εικοσιένα ενσαρκώνεται, σύμφωνα με τον ποιητή, «το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης: Η πατρίδα και η πίστις».Η επανάσταση του ’21 είναι, πράγματι, μέγιστο γεγονός. Γιατί από την άβυσσο μιας πολυαίωνης δουλείας, ανέβασε ξανά την Ελλάδα επάνω στη σκηνή της Ιστορίας και χάρισε στο λαό της την εθνική του οντότητα. Τούτο σημαίνει ότι η 25η Μαρτίου 1821 είναι η γενέθλια ημέρα της πολιτικής μας ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας και ότι ανέτειλεν, «αύτη ημέρα, ην εποίησεν ο Κύριος» και εξέφρασεν ο ελληνισμός, ύστερα από μακρόχρονη και πολυώδυνη κυοφορία μέσα στην ακατάλυτη ψυχή του Γένους. Η ηφαιστειακή έκρηξη αυτής της ψυχής μετουσίωσε σε ανελέητο, τιμωρό ξίφος τις βαρειές αλυσίδες της δουλείας για να εκπηδήσει έτσι η Ελλάδα από τους μυστικούς κόλπους του ιστορικού Γίγνεσθαι και να γίνει από «Δεσμώτις» «Λυομένη» και πάλι «Πυρφόρος». Πυρφόρος ατίμητων αξιών η ημέρα αυτή φανέρωσε την αγέραστη δύναμη του πνεύματος των Ελλήνων που αιώνες τώρα γεωργούσε τον πανανθρώπινο πολιτισμό, υπηρετούσε την ελεύθερη ζωή και κοινωνούσε τον Άνθρωπο με την ουράνια δρόσο της Γνώσεως, της ηθικής Ιδέας και της Αρετής. Ιδού, τι εορτάζομεν σήμερον: «Της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον…».Αλλά η εθνική μας σωτηρία δεν επισυνέβη αυτόματα. Οικοδομήθηκε με πνεύμα και με αίμα και στηρίχτηκε σε διαιώνια κατεργασία και ετοιμασία των συνειδήσεων. Τις οποίες σφυρηλάτησαν αθόρυβα πριν από τον ένοπλο αγώνα, με την ειρηνική και φωτισμένη πνευματική τους επανάσταση οι πρωτομάστορες και πρωτομάρτυρες του Εικοσιένα: οι Διδάσκαλοι του Γένους.Λιτές και ώριμες προσωπικότητες οι Διδάσκαλοι αυτοί είναι ζυμωμένοι με τον καπνό και τη φωτιά και θρεμμένοι με τα νάματα και τα θάματα της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Ο Κύριλλος Λούκαρις, ο Θεόφιλος Κορυδαλλεύς, ο Λέων Αλάτιος, οι Μαυροκορδάτοι, ο Ηλίας Μηνιάτης, ο Ευγένιος Βούλγαρις, ο Αδαμαμάντιος Κοραής, όλοι οι εθνεγέρτες αγωνίζονται να απολακτίσουν τη δουλοπρέπεια από τις ψυχές των ραγιάδων, να ξεριζώσουν την πνευματική τους αδιαφορία και να τους ενοφθαλμίσουν με το προγονικό κλέος. Τα Γιάννενα με τις Σχολές τους, το Φανάρι, η Δημητσάνα, η Πάτμος, η Λάρισα, η Ανδριανούπολις, το Άγιον Όρος, η Ιόνιος Ακαδημία πρωτοπορούν στην πνευματική άνθηση και αποτελούν παιδευτική φρυκτωρία μέσα σε εκείνη την ατελεύτητη για το Γένος μας, βαθειά, κοσμική νύχτα.Πολλοί ήσαν βέβαιοι ότι η Ελλάδα δεν θα εξήρχετο ποτέ από την απέραντη αυτή χειμέρια νύχτα. Αυτό, φαίνεται, πίστευε η αβυθομέτρητη δολοπλοκία του Μέττερνιχ που απέληγε σε αληθινό ανθελληνικό υστερισμό, όταν σαν κεραυνός έπεφτε στην αίθουσα συνεδριάσεων του Leibach η είδηση της εκρήξεως της ελληνικής επαναστάσεως: «Πώς είναι δυνατόν, κύριοι, να εκηρύχθη η ελληνική επανάσταση του ελληνικού γένους, αφού το έθνος τού- το έχει εκπέσει στις έσχατες βαθμίδες της εθνικής του υποστάσεως;».Όμως με την πάροδο του χρόνου οι Διδάσκαλοι του Γένους συνέδεσαν στις ψυχές των σκλαβωμένων Ελλήνων το παρόν με το ιστορικό τους παρελθόν, βύθισαν και ανεβάπτισαν τη μνήμη τους μέσα στην κολυμβήθρα του λαμπρού παρελθόντος. Έτσι έμαθαν οι σκλάβοι τίνος λαού απόγονοι είναι. Η πολιτιστική τους παράδοση χτυπούσε δυνατά πάλι μέσα στις φλέβες τους. Είναι η ίδια εκείνη η οποία πυρπόλησε τις ψυχές του Goethe, του Shelley, του Winkelmann, του Chateaubriand, του Slovasky, του Hugo, του Normann, του Muller, του Delacroix, του Thiers, του Krug, του Byron - ανθρώπων τιτάνων, και της θεωρίας και της πράξεως, οι οποίοι πυράκτωσαν το διεθνή φιλελληνισμό.Πέρα, ωστόσο, από τους Διδασκάλους του Γένους, η θρησκεία υπήρξε κιβωτός σωτηρίας και η Εκκλησία, το ευλογημένο ράσο, φύλακας των αμυθήτων πνευματικών θησαυρών της παραδόσεως. Οι ιερείς μας, στις μεγάλες όσο και σκληρές εθνικές μας ώρες, φορούσαν, μαζί με τα ιερά τους άμφια, και τον τιμημένο χιτώνα τού αγώνα και λειτουργούσαν με πόνο και στοργή κοντά στο λαό. Τα μοναστήρια, σπαρμένα σ’ όλη τη χώρα, γίνονται κέντρα παιδείας και προπύργια εθνισμού υπηρετώντας μαζί με την κλεφτουριά και τις Μούσες, ενώ το κρυφό Σχολειό σφυρηλατούσε μέσα στα σπλάχνα του την ελληνική μας συνείδηση. Όπως ο Ρήγας Φεραίος ήθελε να κάμει τα γράμματα κτήμα των πολλών, έτσι κι ο εθναπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αδελφοί, συγχωρεμένες οι αμαρτίες σας, αν μιλάτε στο σπίτι σας ελληνικά», κήρυττε και αγωνιούσε. Βιβλία, Μοναστήρια και Κρυφά Σχολειά μεταλάβαιναν τους σκλαβωμένους με τα προγονικά νάματα, με τη θεία κοινωνία της ελληνικής μας παραδόσεως και παιδείας και σμίλευαν στις ψυχές το άγαλμα της ποθεινής ελευθερίας. Η Παναγία, βρεφοκρατούσα, ήταν «πάντων των χριστιανών το καταφύγιον» και κάτω από το παρήγορο βλέμμα της, το Γένος όλο, ηνωμένο, γονάτιζε σε μια τραγικά μεγαλειώδη σκηνή, ανάβοντας το καντήλι της ελπίδας για μιαν εθνική αναγέννηση. Το σπίθισμα του καντηλιού έγινεν ο σπινθήρας των ψυχών, η φεγγοβολή της πολεμόχαρης ελευθερίας. «Οστέα τεταπεινωμένα ηγαλλιάσθησαν». «Αι πύλαι του Άδου ήρθησαν» για να εισέλθει και πάλι στη σκηνή του ιστορικού Γίγνεσθαι η Ελλάς.Πίστη, λοιπόν, στη θρησκεία και πόνος στην Πατρίδα, κατά το βαρυσήμαντο ρήμα του ποιητού μας Δ. Σολωμού, έγιναν γιγάντειος πόθος ελευθερίας, λαχτάρα «για τη νίκη ή τη θανή»! Είναι το ίδιο πνεύμα όπως το εκφράζει ο αδιάφθορος αγωνιστής Μακρυγιάννης: «χωρίς αρετή και πόνο στην Πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν» ή όπως το δοξολογούν τα «Ελληνικά Χρονικά» στις 3 Φεβρουαρίου 1826. Το Μεσολόγγι ψυχορραγεί. Και εν τούτοις: «κατέστησαν σιδηρούς τους βραχίονας και έδωκαν νέαν καρτερίαν εις τα ψυχάς μας όχι η απελπισία, αλλά η υπέρ Πατρίδος μας αγάπη, ο υπέρ Χριστού Έρως και η σταθερά μας τελευταία απόφασις του να ζήσωμεν Χριστιανοί ελεύθεροι, ειδεμή να χαθώμεν. Το οχύρωμά μας κατεστράφη, αι οικίαι μας εκρημνίσθησαν (…), οι αδελφοί μας ετάφησαν, αλλ’ η ένδοξος σημαία του Σταυρού μένει και κυματεί επάνω εις τα ερείπια και τους τάφους. Τα στήθη μας είναι οι νέοι προμαχώνες και η σταθερά απόφασις του να αποθάνωμεν υπέρ Πατρίδος το μόνον μας όπλον». Πόνος πατρίδας και ρίγος ελευθερίας πυρπόλησαν όλες τις καρδιές: έγιναν αίτημα καθολικό, προσταγή κατηγορική και χρέος: «Ξύπνα, η Ελλάδα ξύπνησε! Ξύπνα, ω ψυχή, και συ», σάλπιζεν ο Βύρων στο Πολιορκημένο Μεσολόγγι, κραυγή που διαπερνούσε όλες τις συνειδήσεις. Κάθε Έλλην εγύρευε την ελευθερία του και τους αρχηγούς του για να ξεσηκωθεί. Τι θα κατόρθωνε, τάχα, η φλογισμένη καρδιά του μαρτυρικού Παπαφλέσσα ή η στρατηγική μεγαλοφυΐα του πολεμάρχη Κολοκοτρώνη, αν δεν είχε δια- ποτισθεί με το πρόσταγμα της ελευθερίας κάθε ελληνική ψυχή; Όλα τα προηγούμενα επαναστατικά κινήματα, και επειδή ήσαν διεσπασμένα και ασύνταχτα, έδρεψαν μόνο δάφνες και αίμα.Καταπώς το Βυζάντιο περίμενε τον Τούρκο «μακελάρη» για να δουλωθεί, έτσι και οι Έλληνες καρτερούσαν τώρα τους άξιους αρχηγούς τους για να εξεγερθούν. Ουσιαστικά οι Έλληνες είχαν ελευθερωθεί πριν απ’ τον ένοπλο αγώνα του Εικοσιένα. Είχαν κερδίσει την εσωτερική, ηθική τους ελευθερία. Η κλεφτουριά, ο αρματωλισμός και το δημοτικό τραγούδι εκφράζουν αυτό το τραχύ πολεμικό ξέσπασμα, τον πόθο της ελευθερίας που δονεί το σκλάβο Έλληνα και συγχρόνως βεβαιώνουν το δούλο ελληνισμό για την ιστορική του ύπαρξη.Πόσο καθολικό ήταν το απελευθερωτικό αίτημα, εξάλλου, δείχνει η ακμή της κλέφτικης ζωής και η επιτυχία του κινήματος. Κλέφτες ήσαν τότε όλοι σχεδόν οι Έλληνες: και οι πολεμιστές του βουνού και του κάμπου και οι αγρότες και οι «καλαμαράδες» και η μάννα που νανούριζε το μωρό στην κούνια κι ο δάσκαλος κι ο παπάς κι ο Δεσπότης κι ο καλόγερος κι ο έφηβος και ο παλιός πρεσβύτης. Όλοι μαζί ύφαναν το πέπλο της ελευθερίας και συνέβαλαν στην επιτυχία του αγώνα. Ενός αγώνα καθαρά απελευθερωτικού. Από το άλλο μέρος, το τουρκικό αυτοκρατορικό σώμα, που διέβρωνε βαθύτατα ο δουλωμένος ελληνισμός, υποχρεωμένο να τρέφει και να τρέφεται από αυτόν, αναγκασμένο να αντιμετωπίζει εσωτερικές διχοστασίες, υποβλεπόμενο, τέλος, από τις άλλες μεγάλες Δυνάμεις, δεν ήταν δυνατόν παρά να πέσει σε μαρασμό. Το αδυσώπητο πνεύμα της ιστορίας τού κατάφερνε πλήγματα περιοριστικά, θανάσιμα καθώς το απεκόμιζε με το να το εμψυχώνει και να το στηρίζει επάνω στις παλαιές δάφνες του και τις ασύνταχτες πολυάριθμες στρατιές του. Η Υψηλή Πύλη, άλλωστε, δεν είχε λόγους για να μην εφησυχάζει, τώρα. Παντοδύναμη είχε συντρίψει και άλλες άλλοτε απόπειρες ξεσηκωμού των «ταλαίπωρων γραικύλων». Και καθώς αναμασούσε την υπνωτική δάφνη των θριάμβων της δεν έβλεπε ότι η γαλανή Μεσόγειος ξανάγινε το mare nostrum, η θάλασσά μας. Το mare nostrum θα τροφοδοτήσει τις ακμάζουσες ελληνικές παροικίες, θα μεταγγίσει αίμα στις φλέβες του ελληνισμού, θα γίνει το νικηφόρο θέατρο αγώνα, και αφού αναγκάσει τη ναυτική ημισέληνο σε υποστολή, θα σκορπίσει, μαζί με τις τελευταίες βροντές των συμμαχικών κανονιών του 1827 στο Ναυαρίνο, ιλαρό το φως της ελευθερίας στον επαναστατημένο λαό.Με ποια, τώρα, υλικά πλαστούργησεν ο λαός αυτός την επανάστασή του το 1821, έγινε, νομίζω, φανερό: μμε τη συνειδητοποίηση της μακραίωνης ιστορικής του συνέχειας, με τον ακαταπάλαιστο πατριωτισμό του, με την πίστη του στη θρησκεία, με τον έρωτά του προς την ελευθερία, με την πολεμική του αρετή, με τη φυσική του αντοχή και ευφυία, με τον ακαταγώνιστο ηρωισμό του, με όλα αυτά οι αγωνιζόμενοι κλόνισαν το δέος των λαών προς το αήττητο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την κατήργησαν άπαξ διά παντός από δύναμη παγκόσμιας σημασίας. Γεγονός όμως που ποτέ δε λησμονεί, και γι’ αυτό μαίνεται, η εξ Ανατολών μοχθηρία.Έτσι αποσύρθηκεν η «νύκτα δουλείας, νύκτα αιώνων» που «σ’ εσκέπασε», «Γη των θεών φροντίδα, Ελλάς ηρώων μητέρα,/φίλη γλυκειά πατρίδα μου», κλαίει από χαρά ο νέος Πίνδαρος Ανδ. Κάλβος. Έτσι αντήχησε βροντερός ο φθόγγος και το ήθος της ελληνικής ελευθερίας. Την αναγνωρίζει ο Σολωμός: «Και σύ, αθάνατη, εσύ θεία,/ που ό,τι θέλεις ημπορείς/εις τον κάμπο. Ελευθερία,/ματωμένη περπατείς». Και καθώς αυτή, πολεμόχαρη, πατεί τη χώρα και «επί το μέγα ερείπιον/…ολόρθη/ προσφέρει δυο στεφάνους./εν από γήινα φύλλα,/κι άλλον απ’ άστρα», όπως ψάλλει ο Κάλβος, θα ανακράξει αγαλλόμενος ο Σολωμός: «Α! το φως που σε στολίζει,/σαν ηλίου φεγγοβολή,/και μακρόθεν σπινθηρίζει, δεν είναι, όχι, από τη γη. Λάμψιν έχει όλη φλογώδη,/χείλος, μέτωπο, οφθαλμός./φως το χέρι, φως το πόδι,/κι όλα γύρω σου είναι φως».«Δεν είναι, όχι, από τη γη» τούτο το φως που στολίζει την ελευθερία και που τυλίγει τη χώρα. Είναι φως εξ ουρανών και φως εκ ψυχών και εξ οστέων αγωνιστών και προγόνων. Διότι οι Έλληνες του Εικοσιένα στη σπαρακτική πάλη τους, διαιώνια πάλη με τη βία και τους βαρβάρους που μεταποιήθηκε σε amor fati, σε αγάπη του πεπρωμένου και έσωσε τόσες φορές την Ευρώπη και τον πολιτισμό, φτερούγισαν οι ήρωες εκείνοι στους τάφους των νεκρών προγόνων τους, για να τους μελετήσουν και να διδαχθούν. Και πήραν θάρρος, εύοσμο θυμίαμα. Και πήραν τόλμη, σωτήριο αγίασμα! Και ύστερα; Ύστερα εξοντωτική για το δυνάστη βρόντησε της ελευθερίας η νικητήρια κραυγή! Αυτούς ανυμνούμε απόψε.Κλίνομεν «γόνυ καρδίας» και υψώνουμε τις ψυχές μας προς τους αδάμαστους μαχητές της εθνικής μας σωτηρίας με την αγέραστη δόξα και αμάραντη δάφνη των πολύαθλων αγώνων τους: «Διοτίμα! Δε θα ήθελα να ανταλλάξω», γράφει ο ελληνολάτρης μέγιστος Γερμανός ποιητής Χαίλντερλιν, «την αύξουσα αυτή ευτυχία ούτε με την ομορφότερη περίοδο της αρχαίας Ελλάδος. Και η πιο μικρή από τις νίκες αυτού του αγώνα μου είναι πιο αγαπητή από το Μαραθώνα, τις Θερμοπύλες και τις Πλαταιές». Κλίνομε «γόνυ καρδίας» μπροστά στους ατρόμητους τουρκομάχους, τους γενναίους ναυμάχους, τους ανυπότακτους αγωνιστές της ελευθερίας μας. Αυτούς μεγαλύνομε. Όσους μας ελευθέρωσαν, αυτούς ευλογούμε. Ευγνωμονούμε όσους έπεσαν κατά την επιτέλεση του ιερού χρέους. Μνήμη, άλλωστε, και ευγνωμοσύνη, είναι δείγματα ενός ζωτικού λαού και γνωρίσματα του ιστορικού του δυναμισμού. Λαοί αμνήμονες ιστορικά και αγνώμονες εθνικά οδηγούνται στον όλεθρο ή τον εξαν- δραποδισμό. Δεν υπάρχει γι’ αυτούς καμία πατρίδα. Μόνο χώρες δακρύων και τάφοι σε κάθε νεκροταφείο. Γι’ αυτό οι Έλληνες οφείλομε στο 1821 μνημόσυνο και γνήσιο εορτασμό.Ποια είναι, τώρα, τα κριτήρια ενός γνήσιου εορτασμού; Πώς θα βεβαιωθούμε ότι αληθώς εορτάζομε; Μόνον αν η συγκίνησή μας είναι σεισμική, μόνον αν αυτή είναι εκείνο το παιδικό και άγιο βίωμα των σχολικών μας χρόνων, όταν ανεμίζαμε τις σημαίες της αγνότητας και της Ελλάδος στις γαλανόλευκες συνειδήσεις μας. Μια τέτοια συγκίνηση πρέπει να μας αφαρπάζει στα φτερά της και να μας ξενοδοχεί στους ιερούς τόπους και χρόνους της Παλιγγενεσίας. Πέρα όμως από τα έντονα συναισθήματα, που δικαιολογημένα μας κατακλύζουν και παροντοποιούν την Εθνεγερσία επιβάλλεται να ερμηνεύουμε σωστά το ’21 και να αντλούμε μερικά θεμελιώδη υποδείγματα ηθικής στάσεως και ζωής. Να κοινωνούμε με τις πολύτιμες αξίες που κομίζει. Να ψηλαφούμε τη μεγαλοσύνη του και συγχρόνως να επιψαύουμε τις αθλιότητες που απείλησαν θανάσιμα να το παγιδέψουν. Να επιγιγνώσκουμε τη νεοελληνική μας ευθύνη απέναντι στην αναστάσιμη εκείνη ημέρα που θήλασε την αιμάσσουσα ελευθερία της από το προγονικό της παρελθόν, «απ’ τα κόκκαλα των Ελλήνων».Όμως, «απ’ τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά» μαζί με την ανδρειωμένη ελευθερία βγήκε και η θεομίσητη διχόνοια. Η οποία, πολύστονος, λαοσόος, αιματόεσσα, κραταιά, ενόπλιος, σύμφωνα με τους χαρακτηρισμούς των αρχαίων, αναγκάστηκε από τους θεούς του Ολύμπου να εγκαταλείψει το θεοβάδιστον όρος επειδή έσπερνε ζιζάνια ανάμεσά τους και ως θεά Έρις να εγκατασταθεί στις κοινωνίες και στις ψυχές των Ελλήνων. Αποδιωγμένη συναγελάζεται από τότε έως σήμερα με τον ελληνισμό και τον θρυμματίζει με το «δολερό της σκήπτρο», κατά την έκφραση του Σολωμού που την εξορκίζει, ενώ ο μεγαλήγορος ποιητής του μέτρου και της αρετής, ο Ανρ. Κάλβος, με στίχους κεραυνούς, όλο ευγένεια και ήθος, θέλει να κάψει το δέντρο της διχόνοιας που θάλλει ανάμεσά μας: «Μεγάλη, τρομερή/με τα πτερά απλωμένα,/καθώς αετός ακίνητος,/κρέμεται ’ς τον αέρα/ψηλά η Διχόνοια». Αυτόν τον αχόρταγο αετό που κατατρώγει τα σπλάχνα του Έθνους τον ταΐζομε σήμερα με την ανιστόρητη ερμηνεία, ανόσια νοθεία, του νοήματος του ’21 και ασεβούμε έτσι προς εκείνο τον εραστή της εθνικής του ελευθερίας και ανεξαρτησίας επαναστατημένο λαό και τον υβρίζομε, όταν τον αποκαλούμε ταξικό επαναστάτη. Βεβηλώνομε και στρεβλώνομε την ιστορική μας αλήθεια και δεν αφήνομε να ακουστεί καθαρός ο φθόγγος της ελληνικής ελευθερίας του Εικοσιένα.Ο αγώνας του ’21, τότε μεν, έσπασε τα δεσμά της παλυαίωνης αιχμαλωσίας και άνοιξε το δρόμο προς την εθνική μας ύπαρξη, σήμερα δε, δίνει την ευκαιρία στη Νεοελληνική μας Ζωή να διαλεχθεί γόνιμα για καρποφόρα αποτελέσματα, να συνομιλήσει με το παρελθόν και να φτάσει σε ιστορική αυτοσυνειδησία χωρίς να χάσει την ελληνική της ταυτότητα. Η Νεοελληνική Ζωή πρέπει να κατανοήσει πρώτα σε ποιες αβυσσαλέες κρίσεις σκαρφάλωσεν η ψυχή του έθνους ώσπου να ωριμάσει το πανάχραντο και ακήρατο γεγονός του Εικοσιένα. Δεύτερον να ιδεί τους Έλληνες του Εικοσιένα όχι μόνον στις υψηλές κορυφές των δυνατοτήτων τους και στις άφθαρτες στιγμές των αγώνων τους, αλλά και στις θλιβερές και επώδυνες για το αγωνιζόμενο έθνος ώρες της αδελφομαχίας και των εξοντωτικών συγκρούσεων. Και τρίτον να αφομοιώσει το πνεύμα του Αγώνα -πνεύμα θυσίας, ελευθερίας, πίστεως και αρετής- και να κάμει πράξη στην υπηρεσία του τωρινού νεοελληνικού βίου. Γιατί, όπως θα έλεγε ο Γκαίτε, «κατά τα άλλα μου είναι μισητό κάθε τι που απλώς με διδάσκει χωρίς να πολλαπλασιάζει τη δράση μου ή να την ζωογονεί άμεσα».Το βαθύτερο χρέος μας σήμερα είναι όχι βέβαια να εορτάζουμε τυπικά, αλλά να ανοίγουμε προσεκτικά το βιβλίο της ιστορικής Μνήμης. Γιατί σιγά σιγά, καθώς έρχεται η μνήμη-η θύμηση, έρχεται και η γνώση. Η δύναμη της γνώσεως, του ιστορικού αντικειμενικού λόγου που ξυπνάει τη μνήμη, κρύβει ανυπολόγιστη αξία. Η αλήθεια κρύβει ανυπολόγιστη δύναμη. Και αποτελεί μυστική πηγή τόσον της ατομικής όσο και της εθνικής υπάρξεως. Υποσκάπτοντας την αλήθεια κλονίζομε τα θεμέλια του Έθνους και αποδυναμώνουμε τη ρωμαλέα συνείδησή του. Εκπορθούμε την αρετή του και εκπορνεύομε την ιστορική του μνήμη, διχάζομε το λαό και του ετοιμάζομε το οστεοφυλάκιο στο κοιμητήριο της Ιστορίας.Αν θέλουμε να επαναλάβουμε το μεγαλείο του Εικοσιένα ή ν’ αποφύγουμε τη φρίκη του, οφείλομε να αποκτήσουμε πραγματική γνώση των διαστάσεων και της σημασίας του για την Ελλάδα και την Ανθρωπότητα- μια γνώση που θα αποβλέπει διαρκώς στην εξυπηρέτηση των σκοπών της σύγχρονης Νεοελληνικής Ζωής. Διαφορετικά ο μνημόσυνος εορτασμός είναι λεκτική θριαμβολογία ή μικρόλογη ιστορική αναδίφηση που θυμίζει, κατά τον ωραίο λόγο του Νίτσε, «περίεργους ταξιδιώτες ή αφόρητους επισκέπτες να σκαρφαλώνουν στις πυραμίδες των μεγάλων εποχών για να χαζέψουν». Μια τέτοια σχέση συνιστά απλό ιστορισμό που αφήνει αδιάφορο το παρόν και αποδυναμώνει το μέλλον. Το ‘21 είναι παρελθόν και «το παρελθόν πρέπει», σημειώνει ο Νίτσε, «να το καταλάβουμε μόνο με τις πιο υψηλές δυνάμεις του παρόντος: μόνο με την υπερένταση των πιο ευγενικών ιδιοτήτων μας θα μπορέσουμε να μαντέψουμε τι είναι μεγάλο στο παρελθόν, άξιο να το μάθει κανείς και να το διαφυλάξει».Όμως, το ύψιστο αγώνισμα σήμερα δεν είναι να διαφυλάξουμε απλώς την πολιτική μας ελευθερία και την εθνική μας ανεξαρτησία, ματωμένα αγαθά της 25ης Μαρτίου 1821, αλλά να καταστήσουμε κινητήρια δύναμη για τη Νεοελληνική μας Ζωή και προκοπή όλες τις βαρύτιμες αξίες του Εικοσιένα: την ελευθερία ως κάτι περισσότερο από την άρνηση της τυραννίας. Την ευημερία ως κάτι περισσότερο από την υπερκίνηση της στερήσεως. Τη δικαιοσύνη ως κάτι περισσότερο από την ίση ισχύ του νόμου. Τη γαλήνη ως κάτι περισσότερο από την απουσία εξωτερικής απειλής. Τα ανθρώπινα δικαιώματα ως πανανθρώπινο χρέος προς ανθρώπους ελευθέρους, κυρίους της ψυχής τους, προς τα κράτη ως υπηρέτες των πολιτών τους με τη θελκτική ελπίδα για μια καλύτερη ζωή μέσα σ’ ένα κόσμο ειρήνης. 2. «Ασφαλιστές, Έμποροι και Ιστορία Ελληνικού Έθνους» ή η Συμβολή στον Αγώνα Στην επική εξέγερση, τώρα, του 1821 και την επιτυχή της έκβαση αποφασιστική ήταν η πνευματική συμβολή και η υλική βοήθεια που προσέφεραν οι ελληνικές παροικίες και κοινότητες του εξωτερικού. Στη Βιέννη, στην Τεργέστη, στο Βουκουρέστι, στο Βελιγράδι, στη Βαγδάτη ο ελληνισμός έσφυζε από ζωή και είχε άγρυπνα στραμμένο το βλέμμα του προς τη δουλωμένη πατρίδα.Πρωταρχικό ρόλο στην προσπάθεια της απελευθερώσεως της σκλαβωμένης Ελλάδος έπαιξεν η Οδησσός σε πνευματικό και υλικό επίπεδο. Για να συλλάβει το μέγεθος αυτού του παράγοντος ο ενδιαφερόμενος γενικότερα γιατην Ιστορία του ελληνικού Έθνους οφείλει να μελετήσει με προσοχή το έξοχα τεκμηριωμένο βιβλίο του γνωστού και καταξιωμένου εκδότη και συγγραφέα Ευαγγέλου Γ. Σπύρου «Ασφαλιστές, Έμποροι και Ιστορία του Ελληνικού Έθνους».Στο βιβλίο αυτό η ερευνητική ιστορική δίψα του κ. Σπύρου συνταιριάζεται με την άδολη πατριωτική φλόγα της ελληνικής του ψυχής και φωτίζει καινούργιες πλευρές του μεγάλου γεγονότος της επαναστάσεως του 1821. Ο μελετητής του βιβλίου του μένει άναυδος μπροστά στη μεθοδικότητα και τη συστηματικότητα της γραφής, στον πλούτο των πρωτογενών πηγών και στην αντικειμενική αξιολόγηση της πρωτεύουσας και δευτερεύουσας βιβλιογραφίας, στη συλλογή και τη βαθειά ερμηνεία των εγγράφων και των άλλων τεκμηρίων. Δεν είναι υπερβολή, αν λεχθεί ότιο συγγραφέας διαθέτει ένα «Θουκυδίδειο βλέμμα», διεισδυτικό και γυμνασμένο, με το οποίο ζυγίζει πρόσωπα και γεγονότα. Η ακούραστη ιστορική του σκαπάνη φέρνει νέαστοιχεία στο φως και ένδοξα, ανιδιοτελή ονόματα πατριωτών και ασφαλιστών, που έδωσαν τον πλούτο τους, για να ανεβεί η σκλαβωμένη Ελλάδα και πάλιν επάνω στη σκηνή της ιστορίας.Ο κ. Ευάγγελος Γ. Σπύρου φέρει μέσα του μια ευλογημένη πνευματική προίκα και ένα γνωσιακό, ιστορικό εύρος που τον οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα. Από το πλούσιο μεταλλείο του ιστορικού του έργου μπορεί ο αναγνώστης να εξορύξει σπουδαίες σκέψεις για την ποιότητα του ελληνισμού και τη μεγάλη του αποστολή ανά τους αιώνες.Μπορεί να φωτισθεί από τον πατριωτικό στροβιλισμό της ψυχής του. Να νειώσει τον απαλώτερο εσωτερικό συγκλονισμό και τον βαθύτερο ελληνικό πόνο: «ουδέν γλύκιον της πατρίδος» (Ομήρου, i27-28,34) και να αισθανθεί το λυτρωτικό άλγος και το θρησκευτικό ρίγος όλων εκείνων που προετοίμασαν και υλοποίησαν τη φωτισμένη ανάσταση του 21.Αυτήν την πνευματική, ψυχική και υλική προετοιμασία ακτινοσκοπεί και παρουσιάζει στο «Ασφαλιστές, Έμποροι και Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» ο κ. Ευάγγελος Γ. Σπύρου, έργο με απροσμέτρητη εθνική, κοινωνική, επιστημονική και πνευματική αξία. Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Nextdeal newsroom, 2/5/2024 Με αεροσκάφη της AEGEAN και της Olympic Air θα μεταφερθεί και φέτος το Άγιο Φως από την Αθήνα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας!
Πλαγίως: Οι μαμάδες και τα ωραία παλικάρια Αυτή η διαφήμιση της Aegean, με την Ελληνίδα μάνα που αρπάζει το πρώτο εισητήριο και πάει στον γιό στο Λονδίνο... Πλαγίως, 26/04/2024 - 09:24 26/4/2024
Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο: Η αντίστροφη μέτρηση για την ILA Berlin 2024 έχει ξεκινήσει - 5 έως 9 Ιουνίου η φετινή διοργάνωση! Από τις 5 έως τις 9 Ιουνίου ανοίγει τις πύλες της στο Εκθεσιακό Κέντρο του Βερολίνου η Διεθνής Έκθεση Αεροπλοΐας,... Nextdeal newsroom, 25/04/2024 - 15:36 25/4/2024